- κωφάλαλοι
- Άτομα με ειδικές ανάγκες, πάσχοντα από εκ γενετής ή επίκτητη απουσία της ικανότητας της ακοής και της ομιλίας (βλ. λ. κωφαλαλία).
Ιστορία. Στην ελληνική και στη ρωμαϊκή αρχαιότητα, οι κ. ζούσαν στο περιθώριο της ζωής και της κοινωνίας. Κατά τη Δωδεκάδελτο δεν είχαν δικαιοπρακτική ικανότητα και συγκαταλέγονταν μεταξύ των «μαινόμενων», ως στερημένοι της ικανότητας νόησης και βούλησης. Κατά τον Μεσαίωνα θεωρούνταν στιγματισμένοι, δηλαδή ότι εξέτιναν μια ποινή που έχει επιβληθεί από τη θεία Δίκη. Ο άγιος Αυγουστίνος πρότεινε να μη γίνονται δεκτοί στα μυστήρια της Εκκλησίας, διότι «η πίστις εξ ακοής». Ανάλογη αντίληψη συναντάται στο έδικτον (διάταγμα) του Ροτάρι, δούκα της Μπρέσια (643), το οποίο εξομοίωνε τους κ. με τις γυναίκες και δεν τους αναγνώριζε κανένα δικαίωμα.
Πραγματικό ενδιαφέρον για τους κ. άρχισε να εκδηλώνεται μόνο κατά τον 16o αι. Ο Πέντρο Πόνθε δε Λεόν, ένας Ισπανός βενεδικτίνος μοναχός, επινόησε μια μέθοδο (τη λεγόμενη προφορική) η εκμάθηση της οποίας επέτρεπε στους κ. να μιλούν και να γράφουν. Η μέθοδος αυτή συνίσταται στην προσέλκυση της προσοχής πρώτα στη γραφή λέξεων και έπειτα στις εικόνες οι οποίες αντιστοιχούν σε αυτές. Την αρχική αυτή φάση ακολουθεί η φάση της προφοράς αρχικά των γραμμάτων του αλφαβήτου, στη συνέχεια των συλλαβών και τέλος των λέξεων. Η μέθοδος αυτή διατυπώθηκε θεωρητικά από τον Χουάν Πάμπλο Μπονέτ στο έργο του Η αγωγή των γραμμάτων και η τέχνη της διδασκαλίας των αλάλων (1620). Στην πράξη όμως ο Μπονέτ ακολούθησε τη δακτυλολογία, σύστημα το οποίο χρησιμοποιεί δακτυλικά σημεία για την έκφραση των γραμμάτων του αλφαβήτου, έτσι ώστε να σχηματίζονται λέξεις και φράσεις.
Η προφορική μέθοδος, η οποία διαδόθηκε ευρέως σε όλη την Ευρώπη, τελειοποιήθηκε από τον Ελβετό γιατρό Γιόχαν Κόνραντ Άμαν (1669-1730) με το βιβλίο του Ο κουφός που μιλά (Surdus loquens) και κυρίως από τον Γερμανό Μόριτς Χιλ (1805-1874), ο οποίος θεωρείται ο μεγαλύτερος παιδαγωγός όλων των εποχών στον τομέα αυτό. Αργότερα ο Περέρ, στη Γαλλία, προσέθεσε στο προφορικό σύστημα και στο δακτυλικό αλφάβητο τη χειλική ανάγνωση (σύστημα με το οποίο οι κ. κατορθώνουν να καταλαβαίνουν τα γράμματα που αντιστοιχούν στην κίνηση των χειλιών του συνομιλητή τους).
Η πρώτη μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν η μιμική, δηλαδή η γλώσσα των χειρονομιών και των νευμάτων, η οποία ωστόσο εγκαταλείφθηκε γιατί είχε το βασικό μειονέκτημα ότι περιορίζει τον κ. στον κύκλο των ομοιοπαθών του. Κατά το συνέδριο του Μιλάνου (1880) καθιερώθηκε η προφορική μέθοδος ως μοναδική για την αγωγή των κ., η οποία χρησιμοποιείται σήμερα σχεδόν σε όλα τα ειδικά σχολεία της Ευρώπης και της Αμερικής.
Στην Ελλάδα η πρώτη ουσιαστική μέριμνα υπέρ των κ. εκδηλώθηκε το 1923 με την ίδρυση του πρώτου ειδικού σχολείου, στη Σύρο, από την αμερικανική οργάνωση Περίθαλψη Εγγύς Ανατολής (Near East Relief), όπου συγκεντρώθηκαν κυρίως τα ορφανά της Μικρασιατικής Καταστροφής. Αργότερα ιδρύθηκε από το κράτος (1932) το φιλανθρωπικό ίδρυμα Εθνικός Οίκος Κωφαλάλων, στο σχολείο του οποίου, στην Καλλιθέα, συγχωνεύτηκε και το σχολείο της Σύρου. Το 1937 με τον νόμο 726 ιδρύθηκε το Εθνικό Ίδρυμα Προστασίας Κωφαλάλων, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου υπό την εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών. Σκοπός του ιδρύματος ήταν η ίδρυση και λειτουργία σχολείων, η διδασκαλία βιοποριστικής τέχνης στους κ. και η μέριμνα για τη βελτίωση της θέσης τους στην κοινωνία. Υπό την αιγίδα του ιδρύματος λειτούργησαν σχολεία-οικοτροφεία στην Αθήνα, στην Πάτρα, στη Θεσσαλονίκη, στον Βόλο, στις Σέρρες και στα Χανιά. Στα σχολεία του ιδρύματος, ισότιμα προς τα δημόσια δημοτικά, φοιτούσαν δωρεάν παιδιά 6-15 ετών.
Η μέθοδος διδασκαλίας που ακολουθείται είναι η προφορική και αποτελείται από τρία σκέλη, την άρθρωση, τη χειλεανάγνωση και την ακουστική αγωγή. Με την άρθρωση, αποκτούν την ικανότητα να προφέρουν φθόγγους, να τους συναρμολογούν σε συλλαβές και τελικά να μιλούν. Το επίτευγμα οφείλεται στη διέγερση του φωνητικού συστήματος, το οποίο είναι απόλυτα φυσιολογικό, και στη μίμηση των οπτικών και απτικών φαινομένων του έναρθρου λόγου. Η χειλεανάγνωση επιδιώκει να καταστήσει τους κ. ικανούς να κατανοούν εκείνους που μιλούν. Αυτό γίνεται με την παρακολούθηση των οπτικών εικόνων που συνθέτει ο έναρθρος λόγος στα γλωσσοφωνητικά όργανα και κυρίως στα χείλη εκείνου που μιλά. Τέλος, η ακουστική αγωγή εκμεταλλεύεται τις τυχόν υπάρχουσες νησίδες ακοής, με τη χρήση ακουστικών ηλεκτρονικών συσκευών.
Οι ενήλικοι κ. έχουν ιδρύσει λέσχες και οργανώσεις, όπως η Ένωση Κωφαλάλων Ελλάδας, η Αδελφότητα Κωφαλάλων Θεσσαλονίκης, η Ένωση Κωφαλάλων Βόρειας Ελλάδας, ο Αθλητικός Όμιλος Κωφαλάλων κ.ά. που υπάγονται στην Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδας και εκδίδουν εφημερίδα, τον Κόσμο της Σιωπής.
(Νομ.) Η νομοθεσία για τους κ. αναφέρεται σε εκείνους οι οποίοι εκ γενετής ή από τη νηπιακή ηλικία, πριν ακόμη μάθουν να μιλούν, έχουν στερηθεί την ακοή και κατά συνέπεια τη λαλιά και όχι σε εκείνους που τις στερήθηκαν από κάποια πάθηση. Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, η ακοή παίζει σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη της διάνοιας και στην όλη ψυχική ωριμότητα. Η διανοητική και ψυχική ανάπτυξη του κ. εξαρτάται από τη μέθοδο διδασκαλίας του και τη δυνατότητα εφαρμογής κάποιας μεθόδου στην περίπτωσή του. Γι’ αυτό και το ποινικό δίκαιο δεν κατατάσσει σε μία κατηγορία γενικά όλους τους κ. εγκληματίες. Καθιερώνει όμως το ακαταλόγιστο στον κ., μόνο αν κριθεί ότι κατά την ενέργεια μιας εγκληματικής πράξης δεν είχε την απαιτούμενη πνευματική ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψή του γι’ αυτό. Αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, ο κ. τιμωρείται, αλλά με ποινή ελαττωμένη, μπορεί όμως να του επιβληθεί και περιορισμός σε ψυχιατρικό κατάστημα ή ανάλογο παράρτημα των φυλακών στην περίπτωση των τελείως ακαταλόγιστων κ. Εάν κριθεί ότι υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια και έχει διαπραχθεί κακούργημα ή σοβαρό πλημμέλημα, μπορεί να διαταχθεί ο εγκλεισμός σε δημόσιο θεραπευτικό κατάστημα. Για τους ανήλικους κ. προβλέπεται ειδική διαδικασία για την εφαρμογή θεραπευτικών μέτρων τα οποία μπορούν να συνδυαστούν και με αναμορφωτικά. Ειδικές διατάξεις υπάρχουν και στη δικονομία κάθε κλάδου δικαίου για την εξέταση των κ. από το δικαστήριο, είτε ως μαρτύρων είτε ως κατηγορουμένων είτε ως διαδίκων. Η επικοινωνία γίνεται κατά βάση με τη γραφή ή με ειδικούς διερμηνείς. Φυσικά, αν ο κ. αδυνατεί να επιμεληθεί τον εαυτό του και την περιουσία του, υπόκειται σε δικαστική απαγόρευση. Οι άρρενες κ., τέλος, δεν καλούνται σε υποχρεωτική στρατιωτική θητεία.
Στιγμιότυπο από την προεκλογική εκστρατεία του προέδρου των ΗΠΑ, Τζόρτζ Μπους, όπου μια γυναίκα μεταφράζει τον λόγο του στη γλώσσα των κωφαλάλων (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.